Πέμπτη 15 Μαρτίου 2018

ΠΕΘΕΡΑ Η ΠΟΛΥΩΝΥΜΟΣ.

Αποτέλεσμα εικόνας για πεθερα
Άρθρο του Καθηγουμένου της Ι.Μ. Δοχειαρίου Γέροντα Γρηγορίου
Ἡ πεθερὰ ξεκινάει τὴν ζωή της ἀπὸ μάννα. Μετὰ γίνεται καὶ δεύτερη μάννα. Μετὰ γίνεται μάμμη, γιαγιά, γλυκειὰ ὅπως τὴν ἀποκαλοῦνε στὰ νησιά. Κι ὅλες αὐτὲς οἱ προσφωνήσεις πραγματικὰ ἀξίζει νὰ ἀκούγωνται. Εἶναι ἀντάξιες τοῦ προορισμοῦ της καὶ τῆς προσφορᾶς της μέσα στὴν οἰκογένεια. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ἄλλες προσφωνήσεις δυσάρεστες, ποὺ καθόλου δὲν ἀκούγονται εὐχάριστα καὶ ἔχουν μάλιστα μελοποιηθῆ ἀπὸ τὸν λαό. Κακοῦργα, ἀνακατώστρα, διαλύστρα τοῦ γάμου, σκύλα καὶ ἄλλα πολλά, ποὺ ἴσως δὲν πρέπει νὰ ἀκούγωνται.

Ρώτησα μία πεθερά:
– Πῶς περνᾶς μὲ τὴν νύφη ποὺ ἔβαλες μέσα στὸ σπίτι σου;
– Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ μπῆκε, Γέροντα, στὸ σπίτι μου μέσα καὶ ἄλλο πρόσωπο, εἶπα μέσα μου: «Ἂν θέλης νὰ περάσης καλά, ἀπὸ τοῦδε καὶ στὸ ἑξῆς δὲν θὰ ἔχης μάτια, δὲν θὰ ἔχης αὐτιά, δὲν θὰ ἔχης στόμα· θὰ ἔχης μόνον χέρια καὶ πόδια νὰ διακονῆς. Καὶ ὅλα αὐτὰ θὰ τὰ κάνης μὲ πνεῦμα ἀπολύτου ὑπακοῆς. Τὸ πρωὶ ποὺ ξυπνᾶς νὰ νίψης τὸ πρόσωπό σου καὶ τὰ χέρια σου, θὰ σταθῆς σὲ στάση παρακλητικὴ καὶ θὰ πῆς στὸ ζευγάρι: “Στὴν διάθεσή σας. Ὅ,τι θέλετε καὶ ὅπως τὸ θέλετε.”» Ἰδίως ἡ γλῶσσα, Γέροντα, πρέπει νὰ εἶναι τελείως ἀφανισμένη. Καὶ ἄρχισε ἔτσι ἡ ζωή μου καὶ παρακάλα τὸν Θεὸ ἔτσι νὰ τελειώσω, νὰ μὴ προσκρούσω οὔτε σὲ γιὸ οὔτε σὲ νύφη οὔτε σὲ ἐγγόνι. Ὄχι μόνον ἅλατι ἠρτυμένος ὁ λόγος, ἀλλὰ μᾶλλον πάντῃ κομμένος. Ἔτσι θὰ σταθῆ ἡ οἰκογένεια.
Ἀλλὰ καὶ ἡ μάμμη μου αὐτὰ μὲ δίδαξε. Ἐρχόταν ἡ γειτόνισσα:
– Κυρα-Ζαχαρώ, μοῦ δίνεις τὸν πετρόμυλο νὰ κόψω φάβα;
– Δὲν εἶμαι, παιδί μου, πιὰ νοικοκυρά. Ὅλα τὰ παρέδωσα. Νά ᾽ρθη ἡ νοικοκυρὰ καὶ ζήτα τον.
– Μά, κυρα-Ζαχαρώ, ἐσὺ μ᾽ αὐτὰ δουλεύεις ὅλη μέρα.
– Ἀλήθεια τὰ δουλεύω, ἀλλὰ δὲν τὰ διαφεντεύω.
Καὶ στὰ κακοφερσίματα τοῦ γαμπροῦ, πάντοτε ἔλεγε: «Καὶ τὰ καλὰ δεχούμενα καὶ τὰ κακὰ δεχούμενα. Ἐδῶ μία φύσις, ἕνας ὁλόκληρος κόσμος ποὺ κυβερνᾶται ἀπὸ τὸν Θεό, δὲν μᾶς προσφέρει πάντοτε αὐτὰ ποὺ μᾶς ἀρέσουν, ἀλλὰ αὐτὰ ποὺ μᾶς ὠφελοῦν. Καὶ κουβέντες νὰ μὴ γίνωνται.»

 Διακονεῖ καὶ δὲν στοχάζεται ἂν ἀπὸ αὐτὰ ποὺ προσφέρει θὰ φάγη ἢ δὲν θὰ φάγη, ἂν τῆς ἀξίζη νὰ καθίση στὴν γωνιὰ τοῦ τραπεζιοῦ, σὰν τὴν παραδουλεύτρα τοῦ φαραώ. Ἔτσι, γεμίζει καὶ ὀμορφαίνει τὴν γωνιά της. Εἶναι ἡ στοργικὴ καὶ ἀγαπητὴ γωνιὰ τῆς γιαγιᾶς. Ἀτάραχη, σὰν τὴν θάλασσα ποὺ δὲν σηκώνει κύματα, βρίσκεται μέσα στὴν οἰκογένεια. Ὅλοι παίρνουν ἀπὸ αὐτὴν καὶ τὸν καλὸ λόγο καὶ τὸ ὄμορφο φαγητό, τὸ ἐπιμελημένο, καὶ τὰ καθαρὰ νοικοκυριὰ καὶ κατάλευκα ροῦχα. Εἶναι πραγματικὰ θησαυρὸς ἀναντικατάστατος, πρόσωπο ἀγαπητό, βράχος στὸν ὁποῖον ὅλοι στηριζόμαστε, ὅλοι ἀγαποῦμε, ὅλοι δεχόμαστε. Ἡ παλιὰ αὐτὴ γωνιὰ εἶναι γεμάτη ἀναμνήσεις. Ὅλοι θυμόμαστε αὐτὸ τὸ φιλντισένιο μπαοῦλο στὴν γωνιὰ τοῦ σπιτιοῦ, ποὺ εἶναι πάντα γεμᾶτο, ἀλλὰ καὶ ἄδειο νὰ εἶναι, τὸ ἀγαποῦμε: ἡ κασέλα τῆς γιαγιᾶς. Αὐτὴ εἶναι πιὰ κατάσταση, ἀλλὰ καλὴ κατάσταση μέσα στοῦ σπιτιοῦ τὰ ὑποστατικά. Καὶ φτωχειὰ νὰ εἶναι, ἀφοῦ ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, θησαυρὸς ἀνεκτίμητος θὰ μένη. Αὐτὸ θὰ εἶναι τὸ κειμηλιαρχεῖο τοῦ σπιτιοῦ.

Οἱ παλιοὶ λέγαν «ἕνα Τετραβάγγελο ἑφτὰ γενιὲς κρατάει». Ἐγὼ λέγω «μιὰ καλὴ πεθερὰ ὅλες τὶς γενιὲς κρατάει».

Ἂν ὅμως ἡ γιαγιὰ δὲν διαβιώνη μέσα στὸ σπίτι σὰν μάννα φιλόστοργη, ἀλλὰ σὰν ἄνθρωπος ἐξουσιαστικός, «ἐγὼ τὰ ξέρω ὅλα, ἐγὼ τὰ ἔφτιαξα ὅλα, ὅλα εἶναι δικά μου, ὅλα τὰ κουμαντάρω ἐγώ», τότε δὲν φέρει αὐτοὺς τοὺς θησαυροὺς μέσα της. Πάντα περιμένει στὴν γωνιὰ μὲ τὴν καραμπίνα, νὰ τὴν ἀνάψη, ἀκόμα καὶ στὸ ἴδιο τὸ παιδί της! Ὅλα τῆς φαίνονται ἄσχημα, γιὰ ὅλα πονηρεύεται, πάντοτε εἶναι φουρκισμένη, δὲν χωνεύει κανένα. Καὶ τὸ κατοικίδιο ζωάκι εἶναι ἕτοιμη νὰ τὸ πνίξη. Στὰ ἐγγόνια της θὰ διηγηθῆ ὅλα τὰ στραβὰ τοῦ ἄνδρα της, ὅλες τὶς δύσκολες ἡμέρες ποὺ πέρασε. Μιὰ μέρα γι᾽ αὐτὴν δὲν ἦταν καλή! Φυγαδευμένη ἡ εἰρήνη καὶ κυνηγημένη μέχρι τὴν τελευταία της στιγμή, δεικνύει τὴν κακία της, τὴν συμφορὰ μέσα στὸ σπίτι. Πουθενὰ δροσιά, πουθενὰ χαρά, παντοῦ ξεραΐλα, παντοῦ γκρίνια. Καὶ ὅταν ἀκόμα μίλαγε γιὰ τὸν Χριστὸ στὰ ἐγγόνια της, μισητὴ γινότανε, γιατὶ ὁ Χριστὸς ποὺ παρουσίαζε ἦταν ἄδικος, ἄστοργος, ἀναποδιασμένος. Ἂν μάλιστα βασιλεύη μέσα της καὶ ἡ ἀθεΐα, ποιός θὰ πιστέψη ὅτι κάποτε ἀγάπησε τὸν Χριστὸ κι ἔκανε συντροφιὰ μὲ τὴν Παναγία, εἶδε κάποιον Ἅγιο στὴν ζωή της νὰ τὴν βοηθᾶ, κάθισε στὸ τραπέζι νὰ φάη μὲ τὸν Χριστό; Πώ, πώ, μαυρίλα σ᾽ αὐτὸ τὸ σπίτι! Καὶ τὸ ψωμὶ μαῦρο καὶ τὰ ντουβάρια μαῦρα καὶ ὁ παπποῦς κακός.

 Ἔφυγε καὶ σὰν μαγνήτης τράβηξε ἐπάνω της κι ὅλα τὰ κακά. Τὴν οἰκογένεια τὴν διέλυσε. Φούρκα ἔβαλε σὲ ὅλους. Ποιός θὰ ἀναμνησθῆ τοὺς λόγους της, τὶς συμβουλὲς της καὶ τὶς ἅγιες ἡμέρες ποὺ πέρασε μαζί της; Ποῦ νὰ τὴν θυμηθῆς; Στὴν ἐκκλησία; Μπροστὰ στὰ εἰκονίσματα νὰ ἀνάβη τὸ καντήλι; Μὲ τὸ θυμιατὸ νὰ θυμιάζη τὸ σπίτι; Νὰ θυμίζη τὶς νηστεῖες ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ κρατᾶ, γιὰ νὰ ξεχωρίζη ἀπὸ τοὺς ἀλλόθρησκους καὶ τὶς γιορτὲς ποὺ ἔπρεπε νὰ φέρνη μέσα στὸ σπίτι, τὰ παραδοσιακὰ τραγούδια ποὺ ἔπρεπε νὰ τραγουδᾶ καὶ τοὺς παραδοσιακοὺς χοροὺς ποὺ ἔπρεπε νὰ χορεύη; Τὶς μνῆμες τῶν καλῶν ἀνθρώπων, τὶς παρακλήσεις, τὶς ἀγρυπνίες ποὺ ἐπιτελοῦσε στὸ σπίτι της; Αὐτὴ ἡ γυναίκα οὔτε ζύγια βαστοῦσε, οὔτε ἰσορροπίες στὸ σπίτι. Ἦταν αὐτὴ ποὺ πάντρευε καὶ τὸν Χριστὸ καὶ τὸν διάβολο μαζί. Εἶναι ὁ χαμένος θησαυρός, ποὺ δὲν κράτησε τὴν οἰκογένεια, τὴν κατρακύλισε στὴν ἄβυσσο τοῦ ἀφανισμοῦ.

Ἔχεις κακὴ πεθερὰ στὸ σπίτι; Εἶναι σὰν τὴν αὐγὴ ποὺ δὲν ἔχει φῶτα. Ἀφεγγιὰ καὶ μαύρη σκοτίλα.

 – Γιατί, καλή μου πεθερά, δὲν ζῆς κάτω ἀπὸ τὸ ἄστρο τῆς αὐγῆς; Γιατί δέρνεσαι μέσα στὰ σκοτάδια; Γιατί δὲν φέγγει τὸ ἄστρο σου; Γιατί τὰ βλέπεις ὅλα μαῦρα; Ὅλα σοῦ τά ᾽δωσε ὁ Θεός. Καὶ σύζυγο σοῦ ἔδωσε καὶ παιδιὰ σοῦ ἔδωσε καὶ ἐκκλησιὰ σοῦ ἔδωσε καὶ λυχνάρι ἄσβεστο νὰ φωτίζη τὸν δρόμο σου. Κράτησέ το ἀναμμένο, γιὰ νὰ φέξης. Πολλοὶ περιμένουν νὰ δοῦνε κι ἀπὸ τὸ δικό σου φῶς. Γλυκειὰ σ᾽ ἔφτιαξε ὁ Θεός, μὴ γίνεσαι πικρόχολη. Ἀγωνίσου. Κάτω ἀπ᾽ τὰ φύλλα τοῦ ἀμπελιοῦ σου πολλοὶ νὰ δροσιστοῦνε, πολλοὶ νὰ σκεπαστοῦνε. Ζέστανε τὰ χνότα σου· μὴ τά ᾽χης πάντα παγωμένα. Μὴ ποτίζης τοὺς συντρόφους τῆς ζωῆς σου μὲ χολὴ καὶ ξύδι.
 Παρακάλεσε τὸν Χριστὸ νὰ ὡριμάση μέσα σου τὸ καλό. Μὴν εἶσαι βδελυκτή, μὴν εἶσαι κακοφέρτα, μὴν εἶσαι στυφή. Στάλαξε, στάλαξε τὴν δροσιὰ τοῦ οὐρανοῦ στὶς καρδιὲς τῶν δικῶν σου. Ὄχι κακόμοιτση, ὄχι κακομούτσουνη, ὄχι μόνον σάρκα καὶ κόκκαλα. Στάσου συμπάθεια στοὺς δικούς σου. Ἀγάπησε, θυσίασε, θυσιάσου. Μὴ μουσκεύης τὸ ψωμὶ μόνον γιὰ τὸν ἑαυτό σου, ἀλλὰ γιὰ τὸν ἐγγὺς καὶ τὸν μακρὰν ἀπὸ σοῦ εὑρισκόμενον. Μὴ καταριέσαι. Εὔχου. Δέηση κάνε καὶ γι᾽ αὐτοὺς ποὺ σ᾽ ἀγαποῦνε καὶ γι᾽ αὐτοὺς ποὺ σὲ μισοῦνε. Γίνε μυλωνοῦ, ποὺ μόνον καθάριο σιτάρι θὰ ἀλέθη ὁ μύλος σου. Μὴν ἀγαπᾶς μόνον αὐτοὺς ποὺ σὲ ἀγαποῦνε, μὴ συμπαθῆς αὐτοὺς μόνον ποὺ σὲ συμπαθᾶνε. Μὴ γίνεσαι μαντρόσκυλο στὴν γειτονιά σου, ἀλλὰ τὸ χαϊδεμένο οἰκόσκυλο. Μὴ βάνης κακοὺς λογισμοὺς καὶ γίνεσαι πονηρόμυαλη. Μὴ φορᾶς τὴν μάσκα τοῦ διαβόλου. Μὴ μεταδίδης ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ τὴν κακότητα, τὴν κακομοιριά, τὰ ἄσχημα καὶ τὰ βδελυκτά. Ἂν ζῆς ἔτσι, πόσο ψηλὰ θὰ εἶσαι. Μὴ σβήσης ποτὲ τὸ φῶς τοῦ λυχναριοῦ σου. Ὅλοι θὰ σὲ θυμούμαστε. Ὅλοι θὰ σὲ ἀγαποῦμε. Ὅλοι θὰ εἴμαστε κοντά σου. Ποτὲ δὲν θὰ σ᾽ ἀφήσουμε μόνη σου. Δὲν θὰ γευθῆς ποτὲ τὴν πικρὴ μοναξιά. Σὰν ἐλαία κατάκαρπη θὰ στέκεσαι στὴν καρδιά μας.
Πεθερά, πρόσεχε τὸν ρόλο ποὺ παίζεις μέσα στὴν κοινωνία καὶ μέσα στὴν οἰκογένεια. Οὔτε μάγισσα οὔτε νὰ προτρέπης τὰ παιδιά σου νὰ πᾶνε στοὺς μάντεις. Ἅγιος ἄγγελος νὰ παραμείνης στὸ σπίτι σου. Ὄχι γιὰ σένα τὸ τραγούδι «Καημένε Ἀθανασόπουλε, τί σοῦ ᾽μελλε νὰ πάθης· ἀπὸ κακοῦργα πεθερὰ τὰ νιάτα σου νὰ χάσης». Κορώνα νὰ σ᾽ ἔχη ὁ γαμπρός σου καὶ ἡ νύφη σου καὶ ἡ γειτονιά σου καὶ τὸ σπίτι σου.
Γρηγόριος ὁ Ἀρχιπελαγίτης
.pentapostagma.gr

Παρασκευή 9 Μαρτίου 2018

«Η ανύψωση της αξίας της γυναίκας μέσα από τη ζωή της Εκκλησίας μας»



Την Τετάρτη, 28 Φεβρουαρίου 2018, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Μεσαορίας κ. Γρηγόριος, κατόπιν πρόσκλησης, μίλησε στο Απόγευμα Προσφοράς της UNICEF, παρουσία των γυναικών του Οργανισμού, για την αξία της γυναίκας μέσα στην Εκκλησία. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο Hilton Park στη Λευκωσία.
Ακολουθεί η ομιλία του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Μεσαορίας κ. Γρηγορίου

Ἡ ἀνύψωση τῆς ἀξίας τῆς γυναίκας μέσα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας
Στὸ Ἀπόγευμα Προσφορᾶς της Unicef Λευκωσία, Hilton Park, 28 Φεβρουαρίου 2018
Τοῦ Ἐπισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου



Μὲ ἰδιαίτερη χαρὰ δέχθηκα τὴν πρόσκληση, διὰ τῆς Ἐκτελεστικῆς Διευθύντριας κ. Μάρως Παναγιώτου, νὰ εἶμαι ἀπόψε μαζὶ σας. Σᾶς συγχαίρω γιὰ τὸ ἀνθρωπιστκὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελεῖται. Τὸ ἔργο αὐτὸ εἶναι θεάρεστο ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἐπιτελεῖται, ὅπως τὸ ἐπιτελεῖτε ἐσεῖς ἀφιλοκερδῶς καὶ ἀνιδιοτελῶς, μὲ τὴν ἐθελοντικὴ προσφορά σας τεκμηριωμένα, μέσα ἀπὸ τὸν πολιτισμό μας ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὴ γυναῖκα ἐκπορεύονται τὰ κρείττονα, τὰ καλὰ καὶ ἀγαθά, ἡ ἀρχοντιὰ καὶ ἡ ἀγάπη, ἐν γένει ὅλες οἱ μεγάλες ἀξίες τῆς ζωῆς.

Στὸν ἀρχαῖο κόσμο, ὁ ὁποῖος ἦταν πάνω ἀπὸ ὅλα πατριαρχικός, ὁ ἄνδρας, μὲ τὴ λογική του, προσπάθησε νὰ ἐξορθολογήσει ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξη καὶ ἔτσι ἔχασε τὴ σχέση του μὲ τὴ γυναῖκα ὡς μυστήριο ποὺ συμπληρώνει τὴν ἴδια του τὴν ὕπαρξη. Τὸ ἔνστικτο τῆς αὐτοάμυνας ἔκανε τὸν ἄνδρα νὰ ἁλυσοδέσει τὴν γυναῖκα, ὡς μιὰ μόνιμη ἀπειλὴ στὴ λογικὴ καὶ τὴν ἐλευθερία του. Ἐπιφανειακά, ὁ ἄνδρας παραχώρησε στὴ γυναῖκα πολλὲς τιμές, ὅμως τὴν ἔβαλε σὲ μιὰ κατάσταση ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ κάνει κακό. Ὁ ἄνδρας τὴν κατεῖχε, ἔτσι ὅπως κατεῖχε κομμάτια γῆς καὶ ἄλλα ἀγαθά.

Στοὺς νόμους τοῦ ἰνδουϊστῆ Μανοῦ, τοῦ Σόλωνος, στὸν Λευιτικό, στὸ Ρωμαϊκὸ Δίκαιο ἢ στὸ Κοράνι ἡ γυναῖκα θεωρεῖται μιὰ κατώτερη ὕπαρξη καὶ χωρὶς δικαιώματα. Ὁ Πυθαγόρας ἔλεγε: «Τὸ καλὸ δημιουργεῖ τὴν τάξη, τὸ φῶς, τὸν ἄνδρα… ἐνῶ τὸ κακὸ δημιουργεῖ τὸ χάος, τὸ σκοτάδι καὶ τὴ γυναῖκα»
[1]. Οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι πίστευαν ὅτι οἱ θεοὶ δημιούργησαν τὴ γυναῖκα, γιὰ νὰ τιμωρήσουν τοὺς ἄνδρες. Σύμφωνα μὲ τὴν ἑλληνικὴ μυθολογία, ἡ Πανδώρα εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐξαπέλυσε στὸν κόσμο ὅλα τὰ κακὰ, καὶ ἔτσι διείσδυσαν στὴ ζωὴ ἡ ὕλη καὶ τὸ χάος. Ὁ μεγάλος φιλόσοφος Ἀριστοτέλης ἔγραφε στὸ ἔργο του «Πολιτικὰ» ὅτι «γυναικὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει»[2] (δηλ. τὸ κόσμημα τῆς γυναίκας εἶναι ἡ σιωπή).

Στὸν ἑβραϊκὸ λαὸ ἡ θέση τῆς γυναίκας ἦταν πιὸ ψηλὰ ἀπ΄ ὅ,τι στοὺς ἄλλους λαούς. Στὸ Δευτερονόμιο βλέπουμε ποιὰ ἦταν ἡ τιμωρία τοῦ ἄνδρα ποὺ ἐξευτέλιζε κάποια γυναῖκα: λιθοβολισμὸς ἢ ἐξαναγκασμὸς νὰ τὴν παντρευτεῖ, χωρὶς νὰ ἔχει ποτὲ τὸ δικαίωμα νὰ τὴν ἐγκαταλείψει
[3]. Παρόλα αὐτά, ἡ ἀξιοπρέπειά της δὲν ἦταν ἀκόμη στὴ θέση ποὺ τῆς ἅρμοζε. Ἀναφέρουμε μόνο τὴν προσευχὴ τῶν Ἰουδαίων, μὲ τὴν ὁποία εὐχαριστοῦσαν τὸν Θεὸ ποὺ δὲν τοὺς ἔκανε εἰδωλολάτρες, σκλάβους ἢ γυναῖκες. Ἔτσι, ἐνῶ στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ σύζυγο, κάποιος εἶχε τὸ δικαίωμα νὰ ἔχει καὶ δευτέρας κατηγορίας συζύγους (παλλακίδες) καὶ στὸν Ἰουδαϊσμὸ καὶ τὸ Ἰσλὰμ ἡ γυναῖκα ἦταν ἕνα εἶδος ἐπάθλου, δηλαδή ἕνας ἄνδρας μποροῦσε, ἀνάλογα μὲ τὴν οἰκονομική του κατάσταση, νὰ ἔχει περισσότερες ἀπὸ μιὰ συζύγους, ἔρχεται ἡ χάρις τοῦ Χριστιανισμοῦ νὰ ἀνατρέψει τὶς προηγούμενες συνήθειες. 

Ὁ Χριστιανισμὸς, σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς νοοτροπίες καὶ τὶς πρακτικὲς τοῦ ἀνδροκρατικοῦ περιβάλλοντος τῆς ἐμφάνισής του, ἀνατίμησε τὴ θέση καὶ τὸ ρόλο τῆς γυναίκας.
Σύμφωνα μὲ τὴ Χριστιανικὴ διδασκαλία, ὁ ἄνθρωπος -ἄνδρας καὶ γυναῖκα- δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ «κατ΄ εἰκόνα καὶ καθ΄ ὁμοίωσιν». Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καὶ ἡ γυναῖκα δημιουργήθηκε ἐξ ἀρχῆς προικισμένη μὲ ἐλεύθερη βούληση καὶ μὲ τὴν προοπτικὴ τῆς σωτηρίας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει πολλὲς φορὲς ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῶ ᾿Ἰησοῦ»[4]. Ἔτσι λοιπόν, ὁ Χριστιανισμὸς ἀνέβασε τὴ γυναῖκα ἀπὸ τὴν ἐξευτελιστικὴ θέση στὴν ὁποία ἦταν πρὶν καὶ τὴν τοποθέτησε στὴν ἀξιοπρέπεια ποὺ τῆς ἅρμοζε, ὡς δημιούργημα κατ΄ εἰκόνα Θεοῦ. Ἂν οἱ ἀρχαῖοι νόμοι, οἱ παραδόσεις, ἡ νοοτροπία καὶ γενικὰ ἡ ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας χαρακτηρίζονται ἀπὸ διαιρέσεις καὶ ἐχθρότητες, μέσα στὴν Ἐκκλησία καταργοῦνται ὅλες αὐτὲς οἱ διαιρέσεις, γιὰ νὰ ἐπικρατήσουν ἡ ἑνότητα καὶ ἡ εἰρήνευση. Στὴν Ἐκκλησία ὁ πιστὸς ἀντιμετωπίζει τὸν ἄλλο ἄνθρωπο ὄχι ὡς Ἰουδαῖο ἢ ἀλλοεθνῆ, ὡς μορφωμένο ἢ ἀμόρφωτο, ὡς δοῦλο ἢ ἐλεύθερο, ὡς ἄνδρα ἢ γυναῖκα, ἀλλὰ ὡς μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὅπου μόνη κεφαλὴ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός[5].
Ἔτσι λοιπόν, ὁ Χριστιανισμὸς ἐμφανίστηκε στὴν ἱστορία, γιὰ νὰ ἀπαγγείλει τὴν ἐπικείμενη ἔλευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἑνὸς καινούργιου κόσμου ἀγάπης, ἰσότητας, ἐλευθερίας ποὺ θὰ ἔφερνε ὄχι μόνο τὴν ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου ἀλλὰ καὶ τῶν ἀνθρώπινων καὶ διαπροσωπικῶν σχέσεων, ἄρα καὶ τῶν σχέσεων ἀνδρὸς καὶ γυναικός.

Ἑρμηνεύοντας τὸ παραπάνω χωρίο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἕνας Μεγάλος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας,
ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, θὰ χαρακτηρίσει κάθε εἴδους διάκρισης ἐξαιτίας τοῦ φύλου, τῆς φυλῆς ἢ τῆς κοινωνικῆς τάξης ὡς «γνωρίσματα τῆς σαρκὸς» ποὺ ἀμαυρώνουν τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο: «Τοῦτο ἡμῖν τὸ μέγα μυστήριον βούλεται· τοῦτο ἡμῖν ὁ ἐνανθρωπήσας δι’ ἡμᾶς καὶ πτωχεύσας Θεός, ἵνα ἀναστήσῃ τὴν σάρκα καὶ ἀνασώσηται τὴν εἰκόνα καὶ ἀναπλάσῃ τὸν ἄνθρωπον, ἵνα γενώμεθα οἱ πάντες ἓν ἐν Χριστῷ, γενομένῳ τὰ πάντα ἐν πᾶσιν ἡμῖν τελείως ὅσαπέρ ἐστιν αὐτός, ἵνα μηκέτι ὦμεν ἄρρεν καὶ θῆλυ, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, τὰ τῆς σαρκὸς γνωρίσματα, μόνον δὲ φέρωμεν ἐν ἡμῖν αὐτοῖς τὸν θεῖον χαρακτῆρα, παρ’ οὗ καὶ εἰς ὃν γεγόναμεν, τοσοῦτον ἀπ’ αὐτοῦ μορφωθέντες καὶ τυπωθέντες ὥστε καὶ ἀπὸ μόνου γινώσκεσθαι[6]».

Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Μην ασχολείσαι με το πώς σου φέρονται οι άλλοι, διότι θα αρρωστήσεις


Να λες στον άνθρωπό σου, «Σ’ ευχαριστώ για όσα έχεις κάνει για μένα. Που υπάρχεις,που με βασανίζεις. Με βοηθάς να μαθαίνω να σε συγχωρώ»

Η αγάπη είναι το επιστέγασμα και η βάση. Αυτή σκεπάζει όλες τις αρετές. Είναι η ασφάλεια και η σιγουριά ότι πας καλά. Διότι, αν όλα αυτά τα κάνεις χωρίς αγάπη, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, δεν έχει νόημα. Διότι όλα αυτά τα βρίσκεις κι αλλού: σε αρχαίους φιλοσόφους, ρήτορες, ιδρυτές διάφορων φιλοσοφικών συστημάτων. Είχαν τιθασεύσει, ίσως, το «εγώ» τους, δεν έπιναν πολύ, δεν έτρωγαν, δεν κοιμούνταν. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είχαν κι αγάπη.

Αγάπη να ‘χεις. Αγάπη να βγάζεις. Αγάπη ν’ αφήσεις. Κι όσοι θα έρχονται έπειτα από χρόνια κοντά στον τάφο σου και θα σε θυμούνται και θα σε φέρνουν στη σκέψη και στο μυαλό τους, θα λένε: «Α, αυτός ο άνθρωπος είχε αγάπη. Είχε καλοσύνη. Σε κανέναν δεν είπε κάτι κακό ούτε κράτησε σε κάποιον κακία. Λόγο για κάποιον δεν είπε. Δεν τον θυμάμαι να κατηγόρησε, να κατέκρινε. Ποτέ. Τα χέρια του, συνέχεια ελεημοσύνες. Το στόμα του έσταζε μέλι. Τα μάτια του, πάντα γεμάτα δάκρυα απ’ τον πόνο των ανθρώπων. Τα πόδια του πήγαιναν συνέχεια εδώ κι εκεί, σε αρρώστους και βασανισμένους».

Αυτό μ’ αρέσει πολύ. Είναι κάτι που ζηλεύω. Είναι το ανώτερο χάρισμα. Ετσι δεν λέει και η Αγία Γραφή; «Πίστη, ελπίδα κι αγάπη. Μείζων δε τούτων, η αγάπη». Το ανώτερο. Σήμερα μιλήσαμε για τα ανώτερα. Καλή δύναμη σου εύχομαι. Κάνε ένα βήμα ν’ αγαπήσεις, να χαρείς, να νιώσεις τον πλούτο αυτής της ομορφιάς μες στην ψυχή σου. Και μην πληγώνεσαι αν δεν σ’ αγαπούν. Δεν αξίζει να στενοχωριέσαι αν δεν σε αγαπούν.

Μην ασχολείσαι με το πώς σου φέρονται οι άλλοι, διότι θα αρρωστήσεις. Μάθε εσύ ν’ αγαπάς. Ανεξαρτήτως του τι κάνουν οι άλλοι. Μάθε εσύ -σαν τον Θεό- να δίνεις. Σαν τον ήλιο να λάμπεις. Ασε τους άλλους. Αν δεν σ’ αγαπούν, δεν πειράζει. Γιατί ούτε κι εσύ αγαπάς πάντα. Αν μάθεις την τέλεια αγάπη, τότε θ’ αγαπάς. Ωσπου να μάθεις, κάνεις λάθη. Ετσι είναι οι άνθρωποι. Μην περιμένεις πολλά απ’ τους ανθρώπους.

Μην απαιτείς και λες: «Εγώ σ’ αγάπησα. Τώρα θέλω κι εσύ να μ’ αγαπάς». Μην κινείσαι έτσι. Εσύ θα τρέφεσαι απ’ αυτή την πηγή, που θα βγαίνει από μέσα σου. Κι αν οι άλλοι σου ανταποδώσουν την αγάπη, θα ‘ναι ωραία. Αν δεν σου την ανταποδώσουν, δεν πειράζει. Μην γκρινιάζεις, γιατί μετά χάνεις αυτό το καλό που κάνεις και είναι μισό. Εσύ θ’ αγαπάς. Αγάπη, αγάπη, αγάπη. Ωραία λέξη. Καλή δύναμη.

Και γράψε αυτή τη λέξη στην καρδιά σου. Λέγε τη και με το στόμα σου. Και πες τη και σήμερα σε κάποιον. Πες τη στο παιδί σου, στη γυναίκα σου, στον άντρα σου, πες τη στα αδέλφια σου. Σε παρακαλώ, σήμερα βρες κάποιον και πες του τη λέξη «σ’ αγαπώ». Σ’ εμένα μην την πεις πάλι. Διότι εγώ το ξέρω. Μου την έχεις ξαναπεί τόσες φορές. Πες την όμως και σε κάποιους που δεν την έχεις πει, γιατί δυσκολεύεσαι. Εκεί θέλω να το πεις. Κι αν σε κοροϊδέψουν και λίγο, δεν πειράζει.

Συνέχισε να τη λες έπειτα από μέσα σου. Μην τη λες με τρόπο που να προκαλείς. Να λες στον άνθρωπό σου: «Σ’ αγαπώ και σ’ ευχαριστώ για όλα όσα έχεις κάνει για μένα. Σ’ ευχαριστώ που υπάρχεις. Που με βοηθάς. Που με στηρίζεις. Που με βασανίζεις. Και με βοηθάς και με τον τρόπο αυτό να μαθαίνω. Και με βοηθάς να σε υπομένω, να σε συγχωρώ».

Από το βιβλίο του π. Ανδρέα Κονάνου «Στο βάθος κήπος»
orthodoxia.online